μεταβορικό οξύ

μεταβορικό οξύ
Ανόργανο οξύ, με χημικό τύπο ΗΒΟ2, το οποίο λαμβάνεται από το βορικό οξύ (Η3ΒΟ3) με αποβολή ενός μορίου νερού, ύστερα από παρατεταμένη θέρμανση στους 80-1000 C. Με τη μορφή του μ.ο., συναντάται το βορικό οξύ στα αραιά του διαλύματα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μεταβορικός — ή, ό φρ. «μεταβορικό οξύ» χημ. ανόργανο οξύ το οποίο παρασκευάζεται με αφυδάτωση του βορικού οξέος, με παρατεταμένη θέρμανση από στους 80° έως τους 100° C …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”